1.

[2.133] ἤτοι δὲ ἔστι σημεῖον ἢ οὐκ ἔστι σημεῖον˙ οὐκ ἄρα ἔστι σημεῖον. καὶ περὶ τῶν φωνῶν δὲ τῶν ὑπὲρ τοῦ σημείου αὐτοὶ ἀποκρινάσθωσαν οἱ δογματικοί, πότερον σημαίνουσί τι ἢ οὐδὲν σημαίνουσιν. εἰ μὲν γὰρ οὐδὲν σημαίνουσιν, οὐ πιστοῦται τὸ εἶναι σημεῖον˙ εἰ δὲ σημαίνουσιν, ἀκολουθήσει αὐταῖς τὸ σημειωτόν. τοῦτο δὲ ἦν τὸ 〈μή〉 [Note:
0. Mi sembra opportuno aggiungere un μή, come - sulla scia di Kayser - fanno Annas-Barnes, 101, n. ae, cfr. anche Tescari 1926, 133 e Pellegrin 1997, 275, n. 1; diversa al riguardo la spiegazione di Mau (cfr. anche Russo, 88, n. 116).
] εἶναί τι σημεῖον˙ ᾧ ἕπεται τὸ 〈μὴ〉 εἶναι σημεῖον, ὡς ὑπεμνήσαμεν, κατὰ τὴν τοῦ λόγου περιτροπήν.
Πλὴν ἀλλ' οὕτω πιθανῶν καὶ πρὸς τὸ εἶναι σημεῖον καὶ πρὸς τὸ μὴ εἶναι λόγων φερομένων, οὐ μᾶλλον εἶναι σημεῖον ἢ μὴ εἶναι ῥητέον.