88 B 70 [60, 61 B.]. POLL. VII 196-197. Dei termini che seguono la maggior parte sono usati da Crizia, e anche da molti che più di lui hanno il gusto dell'eufonia: χαλκοπῶλαι [venditori di bronzo], σιδηροπῶλαι [v. di ferro], λαχανοπῶλαι [v. di erbaggi],... τυροπῶλαι [v. di formaggio],... συρμαιοπῶλαι [v. di erbe purgative], στυππειοπῶλαι [v. di stoppa], ἐριοπῶλαι [v. di lana], λιβανωτοπῶλαι [v. d'incenso],... ῥιζοπῶλαι [v. di radici], σιλφιοπῶλαι [v. di silfio], καυλοπῶλαι [v. di cavoli], σκευοπῶλαι [v. di arnesi], σπερμολόγοι [raccoglitori di semente], σπερματοπῶλαι [v. di semente], χυτροπῶλαι [v. di pentole],... φαρμακοπῶλαι [v. di farmachi], ... βελονοπῶλαι [v. di spilli],... πινακοπῶλαι [v. di tavolette], ... questi però Crizia li chiama ὀρνιθοκαπήλους [smerciatori d'uccelli] ecc. 88 B 70 [60, 61 B.]. POLL. VII 196. 197 [II 399. 10 App.] τὰ δ' ἐφεξῆς τὰ μὲν πλεῖστα Κ. λέγει, πολλοὶ δὲ καὶ τῶν μᾶλλον αὐτοῦ κεκριμένων τὴν εὐφωνίαν˙ χαλκοπῶλαι, σιδηροπῶλαι, λαχανοπῶλαι, . . . τυροπῶλαι, . . . συρμαιοπῶλαι, στυππειοπῶλαι, ἐριοπῶλαι, λιβανωτοπῶλαι, . . . ῥιζοπῶλαι, σιλφιοπῶλαι, καυλοπῶλαι, [II 399. 15 App.] σκευοπῶλαι, σπερμολόγοι, σπερματοπῶλαι, χυτροπῶλαι, . . . φαρμακοπῶλαι, . . . βελονοπῶλαι, . . . πινακοπῶλαι . . . τούτους δ' ὀρνιθοκαπήλους Κ. καλεῖ κτλ.