V B 55

V B 55 DIOG. LAERT. VI 25-26:
καί ποτε Πλάτωνα ἐν δείπνῳ πολυτελεῖ κατανοήσας [scil. Diogenes] ἐλάας ἁψάμενον, "τί," φησίν, "ὁ σοφὸς εἰς Σικελίαν πλεύσας τῶν τραπεζῶν τούτων χάριν, νῦν παρακειμένων οὐκ ἀπολαύεις;" καὶ ὅς, "ἀλλὰ νὴ τοὺς θεούς," φησί, "Διόγενες, κἀκεῖ τὰ πολλὰ πρὸς ἐλάας καὶ τὰ τοιαῦτα ἐγινόμην." ὁ δέ, "τί οὖν ἔδει πλεῖν εἰς Συρακούσας; ἢ τότε ἡ Ἀττικὴ οὐκ ἔφερεν ἐλάας;" Φαβωρῖνος δέ φησιν ἐν Παντοδαπῇ ἱστορίᾳ [fr. 34 F.H.G. III p. 582 = fr. 39 Mensching = fr. 71 Barigazzi] Ἀρίστιππον εἰπεῖν τοῦτο [cf. IV A 43]. καὶ ἄλλοτε ἰσχάδας ἐσθίων ἀπήντετ' αὐτῷ φησί τε, "ἔξεστί σοι μετασχεῖν˙" τοῦ δὲ λαβόντος καὶ φαγόντος, ἔφη, [10] "μετασχεῖν εἶπον, οὐ καταφαγεῖν." (26) πατῶν αὐτοῦ ποτε στρώματα κεκληκότος φίλους παρὰ Διονυσίου, ἔφη, "πατῶ τὴν Πλάτωνος κενοσπουδίαν˙" πρὸς ὃν ὁ Πλάτων, "ὅσον, ὦ Διόγενες, τοῦ τύφου διαφαίνεις, δοκῶν μὴ τετυφῶσθαι." οἱ δέ φασι τὸν Διογένην εἰπεῖν, "πατῶ τὸν Πλάτωνος τῦφον˙" τὸν δὲ [15] φάναι, "ἑτέρῳ γε τύφῳ, Διόγενες˙" Σωτίων δ' ἐν τῷ τετάρτῳ [fr. 15 Wehrli] φησὶ πρὸς αὐτὸν εἰπεῖν τοῦτο τὸν Πλάτωνα τὸν κύνα. Διογένης οἶνόν ποτ' ᾔτησεν αὐτόν, τότε δὲ καὶ ἰσχάδας. ὁ δὲ κεράμιον ὅλον ἔπεμψεν αὐτῷ˙ καὶ ὅς, "σύ," φησίν, "ἂν ἐρωτηθῇς δύο καὶ δύο πόσα ἐστίν, εἴκοσιν ἀποκρινῇ; οὕτως οὔτε πρὸς τὰ αἰτούμενα δίδως οὔτε πρὸς τὰ ἐρωτώμεν' ἀποκρίνῃ˙" ἔσκωψε δὴ ὡς ἀπεραντολόγον. [= EUDOC. violar. 332 p. 242, 8-243, 3; 11 παντῶν. . . . 19 ἀπεραντολόγον = ARSEN. p. 198, 11-22].
TERTULL. apol. 46, 12:
si de probitate defendam, ecce lutulentis pedibus Diogenes superbos Platonis toros alia superbia deculcat.
TERTULL. de pall. 4, 7:
audio enim in purpura philosophatum. si philosophus in purpura, cur non et in baxa? Tyrium calciari nisi auro, minime graecatur decet. atquin alius et sericatus, et crepidem aeratus incessit: digne quidem, <ut> bacchantibus indumentis aliquid subtinniret, cymbalo incessit. quod si iam tunc locorum Diogenes de dolio latraret, non caenulentis pedibus, ut tori Platonici sciunt, <sericum deculcasset> sed, omnino totum Empedoclem in adyta cloacinarum detulisset, ut qui se coelitem delirarat, sorores prius suas, dehinc homines deus salutaret.
HIERONYM. adv. Jovinian. II 9:
et ipse Plato cum esset dives, et toros eius Diogenes lutatis pedibus conculcaret, ut posset vacare philosophiae, elegit Academiam villam ab urbe procul, etc.
STOB. III 36, 21:
Διογένης ᾔτησέν ποτε Πλάτωνα τῶν ἐκ τοῦ κήπου ἰσχάδων τρεῖς˙ ὡς δ' ἐκεῖνος μέδιμνον ἀπέστειλεν, "οὕτως" ἔφη "καὶ ἀποκρίνῃ <ἓν> ἐρωτηθεὶς μυρία."