V A 122

V A 122 GELL. noct. att. IX 5,3:
de voluptate veteres philosophi diversas sententias dixerunt. [. . . . .] Antisthenes Socraticus summum [3] malum dicit; eius namque hoc verbum est: μανείην μᾶλλον ἢ ἡσθείην.
DIOG. LAERT. VI 3:
ἔλεγε τε [scil. Antisthenes] συνεχές˙ "μανείην μᾶλλον ἢ ἡσθείην."
SEXT. EMP. adv. math. XI 73-74:
οἷον τὴν ἡδονὴν ὁ μὲν Ἐπίκουρος [deest in Usener] ἀγαθὸν εἶναί φησιν, ὁ δὲ εἰπών "μανείην μᾶλλον ἢ ἡσθείην" κακόν. [. . . .] τινὶ δὲ τῶν Κυνικῶν κακόν [scil. ἡ ἡδονὴ φαίνεται].
SEXT. EMP. pyrr. hypot. III 23, 181:
ἔνιοι δὲ τὴν ἡδονὴν ἠσπάσαντο ὡς ἀγαθόν, τινὲς δὲ κακὸν αὐτὴν ἄντικρυς εἶναί φασιν, ὥστε καί τινα τῶν ἐκ φιλοσοφίας ἀναφθέγξασθαι "μανείην μᾶλλον ἢ ἡσθείην."
CLEM. ALEX. strom. II, XX 121, 1:
καὶ Ἀντισθένης δὲ μανῆναι μᾶλλον ἢ ἡσθῆναι αἱρεῖται.
EUSEB. praep. evang. XV 13, 7 p. 816 B-C:
Σωκράτους τοίνυν ἀκουστὴς ἐγένετο Ἀντισθένης, Ἡρακλεωτικός τις ἀνὴρ τὸ φρόνημα, ὃς ἔφη τοῦ ἥδεσθαι τὸ μαίνεσθαι κρεῖττον εἶναι˙ διὸ καὶ παρῄνει τοῖς γνωρίμοις μηδέποτε χάριν ἡδονῆς δάκτυλον ἐκτείνειν. [= THEODORET. graec. aff. cur. XII 47; cf. ANECD. OXON. IV p. 253,12-14].