V B 314

V B 314 DIOG. LAERT. VI 27:
σπουδαιολογουμένῳ [scil. Diogeni] [2] ποτὲ ὡς οὐδεὶς προσῄει, ἐπέβαλε τερετίζειν˙ ἀθροισθέντων δέ, ὠνείδισεν ὡς ἐπὶ μὲν τοὺς φληνάφους ἀφικνουμένων σπουδαίως, ἐπὶ δὲ τὰ σπουδαῖα βραδυνόντων ὀλιγώρως [= ARSEN. p. 198, 26-199, 2].