V B 494

V B 494 DIOG. LAERT. VI 55:
ἀριστῶν [scil. Diogenes] ἐλάας, πλακοῦντος εἰσενεχθέντος, ῥίψας φησίν [EURIP. Phoen. 40],
ὦ ξένε, τυράννοις ἐκποδὼν μεθίστασο.
καὶ ἄλλοτε [cf. HOM. Il. Ε 366 et Θ 45],
μάστιξεν δ' ἐλάαν.
STOB. III 17, 15:
ὁ Διογένης καθαρὸν λαβὼν ἄρτον, ἐξέβαλε τῆς πήρας τὸν αὐτόπυρον εἰπών˙
ὦ ξένε, τυράννοις ἐκποδὼν μεθίστασο. cf.
GREGOR. NAZIANZ. orat. IV 72 [ = contr. Iulian. I]:
. . . . καὶ τῆς Διογένους στωμυλίας, τοῦτον πίθον οἰκοῦντος, ὑφ' ἧς τοὺς ξένους ὑπεξίστησι τοῖς τυράννοις ἐκ τῆς τραγῳδίας, τοὺς εὐτελεῖς ἄρτους τοῖς σησαμοῦσι.